Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κοινωνική Εργασία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κοινωνική Εργασία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 11 Μαΐου 2013

Αποδομώντας την Κοινωνική Εργασία


Υπάρχουν πολύ συγκεκριμένα στοιχεία και επιλογές που επιτρέπουν σε κάποιον να εξετάσει μια κατάσταση πέραν του προφανούς αν το θελήσει. Σε μια περίοδο όπου η αντίδραση και ο θυμός του συνόλου των πολιτών στρέφεται στη διεκδίκηση (ή έστω στην φαντασίωση αυτής) βασικών δικαιωμάτων όπως η εργασία, η τροφή, εν ολίγοις στην επιβίωση, βρισκόμαστε μπροστά στον κίνδυνο να αποσιωπηθούν ή έστω να εκληφθούν ως δευτερεύοντα, σημαντικά γεγονότα που καθορίζουν μακροπρόθεσμα μια κοινωνική συνθήκη. Για την Ψυχική Υγεία στο σύνολο της έχουν ειπωθεί και πραχθεί ελάχιστα σε σχέση με το ρόλο που αυτή παίζει, με σκοπό να ακουμπήσουν τους άμεσα ενδιαφερόμενους, δηλαδή τους πολίτες.

Τους εξυπηρετούμενους.

Διανύοντας την δεύτερη συνεχόμενη χρονιά όπου δομές και φορείς κινδυνεύουν με κλείσιμο, βρισκόμαστε ακόμη μπροστά στην αυταπόδεικτη διάθεση μιας κυβέρνησης και ενός Υπουργείου να αποδομήσει βασικά ένα σύνολο όχι υπηρεσιών αλλά Ανθρώπων. Παρατηρώντας κάποιος τις εξελίξεις μπορεί άνετα να βρει τις ίδιες εκείνες μεθόδους που εφαρμόζονται με σκοπό την δαιμονοποίηση και την ακύρωση ενός κλάδου: ξαφνικά εμφανίζονται φορείς που δεν έχουν άδεια λειτουργίας, δομές που επιχορηγούνταν με τεράστια ποσά και μισθούς, φορείς με κρυφά λογιστικά, ΜΚΟ που ευθύνονται για την κατάσταση στη Ψυχική Υγεία. Ταυτόχρονα η δίωξη του 18ΑΝΩ φάνηκε κι αυτή να έρχεται σε μια στιγμή εκκαθάρισης του Υπουργείου από ότι μέχρι τώρα κατέστη με τον τρόπο του ενοχλητικό. Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται μια πολύ καλά οργανωμένη αντίφαση που μπερδεύει τον θεατή των εξελίξεων (τον πολίτη). Το υπουργείο παραδέχεται την ανικανότητα του και ταυτόχρονα περνάει στο άλλο επίπεδο, της ισοπέδωσης και της κάθετης τομής με τρόπο διαστροφικά «Μεσσιανικό». Σε μια προσπάθεια απόλυτης εκλογίκευσης θα μπορούσαμε να εντάξουμε αυτές τις «δράσεις» στην κοινή μέθοδο που χρησιμοποιεί ένα κράτος σε κάθε συνθήκη οικονομικής κρίσης, αυτή της μείωσης κονδυλίων και παροχών σε Υγεία και Παιδεία. Θα μπορούσαμε να σταθούμε εκεί αν και μόνο διαλέγαμε τη συνήθεια που έχουμε σε αυτή τη χώρα να δεχόμαστε με κυνισμό την προχειρότητα. Την αναίδεια. Αλλά δεν είναι έτσι.

Όποιος κοιτάξει πιο κοντά ότι συμβαίνει, επιτρέποντας στον εαυτό του να δει πέραν των δικών του ατομικών ζητημάτων στο εδώ και τώρα, θα βρει ενδείξεις για κάτι που συντελείται οργανωμένα από πλευράς κυβερνήσεως σε πολλά αλληλοσυνδεόμενα επίπεδα που φέρουν μακροπρόθεσμες συνέπειες.

Μία από αυτές είναι η προσπάθεια κατάργησης ενός από τα τρία συνολικά Τμήματα Κοινωνικής Εργασίας στη χώρα, αυτό της Πάτρας.

Η συγκεκριμένη πράξη που προωθείται μέσα από το πρόγραμμα «ΑΘΗΝΑ» (άλλη μία Οργουελικής εμπνεύσεως ονομασία μετά το «ΞΕΝΙΟΣ ΖΕΥΣ!») δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υπάγεται μόνο σε μια καθαρά οικονομική συγχώνευση με σκοπό την σμίκρυνση του Δημοσίου. Είναι ξεκάθαρα μια πράξη αποδυνάμωσης και αποδόμησης ενός ανθρωπιστικού επαγγέλματος και μάλιστα ιστορικού και πολυστρωματικού. Το πιο σημαντικό όμως στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι να αντιδράσουν και να ενεργοποιηθούν οι άμεσα ενδιαφερόμενοι (φοιτητές/τριες και επαγγελματίες) αλλά οι εν δυνάμει και εν ενεργεία ενδιαφερόμενοι, δηλαδή οι ίδιοι οι πολίτες οι οποίοι δύσκολα μπορούν μέσα από την παραπληροφόρηση, τον πανικό και την λειτουργική ημιμάθεια να κρίνουν πόσο πυρηνικής σημασίας είναι η κατάργηση αυτού του επαγγέλματος. Παράλληλα αυτή η απόφαση αποτελεί άλλο ένα μέτρο μείωσης των δυνατοτήτων ενός επαγγέλματος που μέχρι σήμερα παλεύει να κρατήσει μέσα από εμπόδια τη θέση και την αξία του στον επιστημονικό χώρο.

Με την ιστορία να επαναφέρει για άλλη μια φορά την αρνητική της επανάληψη σε ότι αφορά τους αγώνες και τις στερήσεις των χαμηλότερων τάξεων, δύσκολα θα μπορούσαμε να αποφύγουμε την αναφορά στο ρόλο των Κοινωνικών Λειτουργών στην στήριξη και την εργασία με Άτομα, Οικογένειες και Κοινότητα. Από τα τέλη του 20ου αιώνα μέχρι και σήμερα το έργο τους είναι συνυφασμένο με διεκδικήσεις και αγώνες (κυρίως σε πρακτικό-επιστημονικό επίπεδο) ευπαθών ομάδων και την απαγκίστρωση αυτών από την φιλανθρωπικού-μεγαλοαστικού τύπου πρωτοβουλία. Οι σχολές Κοινωνικής Εργασίας στην Αμερική κατά τη διάρκεια της ύφεσης ήταν από τις πρώτες που ενδιαφέρθηκαν για τις θεωρίες της ψυχανάλυσης επιλέγοντας να επεκταθεί η άσκηση τους πέραν της προνοιακής οπτικής ενώ μέσα στον 21ο αιώνα η πρακτική της Κοινωνικής Εργασίας συνδέθηκε με τη συστηματική κοινοτική οργάνωση και τον προσανατολισμό κοινοτήτων μέσω της κριτικής συνειδητοποίησης του Paulo Freire.

Για τα σημερινά δεδομένα όπως και για την πορεία της Κοινωνικής Εργασίας πολλά μπορούν να ειπωθούν σχετικά με τους τρόπους που η ίδια -αλλά και μέσω άλλων- περιορίστηκε σε συγκεκριμένου τύπου παρεμβάσεις και θεωρίες, με τις σχολές επίσης να φέρουν μεγάλη ευθύνη για τη «στενότητα» του γνωστικού αντικειμένου και  τη συσχέτιση του με δομολειτουργικές θεωρίες, παρόλα αυτά δεν πρέπει να ξεχνάμε το βεληνεκές των υπηρεσιών που παρέχουν επαγγελματίες και φοιτητές Κοινωνικής Εργασίας με κύριο γνώμονα πάντα την άμεση πρακτική άσκηση και την πολυεπίπεδη παρέμβαση στην εξυπηρέτηση ατόμων και ομάδων με δυσκολίες.

Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε συνεχώς να υιοθετούνται κρατικές και επιστημονικές στάσεις απέναντι στο επάγγελμα της Κοινωνικής Εργασίας που συντείνουν σταδιακά στην αποδυνάμωση της, πριν έρθει τώρα το Κράτος πάλι να την αποδομήσει. Συγκεκριμένα παρατηρούνται συνεχόμενες προσπάθειες αποκλεισμού των Κοινωνικών Λειτουργών από δραστηριότητες ψυχικής υγείας όπως η συμβουλευτική οικογένειας και η θεραπεία ή η παρεμπόδιση και δίωξη κοινωνικών λειτουργών να παρέχουν υπηρεσίες ως ελεύθεροι επαγγελματίες ιδιωτικά (πηγή: ΣΚΛΕ-Υπόμνημα για το κύρος της Κοινωνικής Εργασίας και τη συνδρομή της στη Ψυχική Υγεία).

Με βάση τα παραπάνω βλέπουμε μια προσπάθεια να υποβαθμιστεί το συγκεκριμένο αντικείμενο όχι μόνο επαγγελματικά αλλά και εκπαιδευτικά πλέον με την πρόθεση κατάργησης του Τμήματος ή της συγχώνευσης αυτού με κλάδους εντελώς διαφορετικού αντικειμένου από αυτό (βλ. Επισκέπτες Υγείας).

Είναι σημαντικό να τονίσουμε πώς ως σχολή Τεχνολογικής Εκπαίδευσης οι σπουδαστές εισάγονται από τα πρώτα κιόλας εξάμηνα σε εργαστηριακές και πρακτικές ασκήσεις που διαρκούν 6 μήνες, καθιστώντας τον εαυτό τους προσαρμοσμένα μέλη ομάδων που πολλές φορές συμμετέχουν ζωτικά σε δραστηριότητες και προγράμματα σε σχέση με άλλες ειδικότητες, έχοντας πρακτική και θεωρητική εποπτεία.

Η αποδόμηση της Κοινωνικής Εργασίας αποτελεί μέρος της αποδόμησης της ίδιας της ψυχικής υγείας αφήνοντας σημαντικά ποσοστά εξυπηρετούμενων αποκλεισμένα από στήριξη σε πολλά επίπεδα, επιτρέποντας μελλοντικά την απάλειψη συγκεκριμένων παροχών σε ασθενείς αφού αν ισχύσει η απόφαση ο αριθμός των κοινωνικών λειτουργών θα μειωθεί αισθητά.

Οι εργαζόμενοι στο κλάδο της ψυχικής υγείας δεδομένης της γενικότερης συνθήκης οφείλουν (αυτή τη στιγμή και πέραν των δυνάμεων τους δυστυχώς) να σταθούν σε αυτήν τη στρατηγική, αντιδρώντας και φροντίζοντας να ευαισθητοποιήσουν φορείς για την συγκεκριμένη πρόταση ενώ και οι φοιτητές πρέπει να αντιληφθούν πώς δεν πρόκειται για έναν επαγγελματικό αποκλεισμό μόνο αλλά για την υποβάθμιση της ίδιας της ψυχικής υγείας, κατανοώντας το μελλοντικό τους ρόλο και την ευθύνη που φέρουν. Η συμμετοχή τους πρέπει να ενεργοποιηθεί πέραν των στενών εκπαιδευτικών πλαισίων μέσω μικροκομματικών αντιπροσώπων και να συμπράξουν στις κινητοποιήσεις για τη ψυχική υγεία.

Εξάλλου δεν πρέπει να ξεχνάμε πώς ακόμη και σήμερα η Κοινωνική Εργασία φέρει (θεωρητικά) το «δίλημμα» αν είναι επάγγελμα ή λειτούργημα. Κι αυτό από μόνο του λέει πολλά.

Στέλιος Μοίρας
Κοινωνικός Λειτουργός
 

Παρασκευή 31 Αυγούστου 2012

“Κοινωνική Εργασία για την Κοινωνική Δικαιοσύνη”


Το Δίκτυο Δράσης Κοινωνικών Λειτουργών με μεγάλη ικανοποίηση ενημερώνει πως εκδόθηκε το πρώτο βιβλίο ριζοσπαστικής κοινωνικής εργασίας στα ελληνικά. Ο τίτλος του βιβλίου που εκδόθηκε από τις εκδόσεις ΙΩΝ είναι “Κοινωνική Εργασία για την Κοινωνική Δικαιοσύνη” με επιμελητή έκδοσης τον Βασίλη Ιωακειμίδη. Μέλη του Δικτύου μας συνέβαλλαν καθοριστικά στην ολοκλήρωση του συγκεκριμένου εκδοτικού εγχειρήματος, εκτιμώντας πως ένα μεγάλο μέρος της προσπάθειάς για την ενίσχυση και ανάδειξη των ριζοσπαστικών πρακτικών στην κοινωνική εργασία, οφείλει να εστιάζει και στην παραγωγή θεωρίας και έρευνας.

Έπειτα από άδεια του εκδότη είμαστε στην ευχάριστη θέση να δημοσιεύσουμε την εισαγωγή και το καταληκτικό κεφάλαιο του συλλογικού αυτού τόμου. Μπορείτε να “κατεβάσετε” τα συγκεκριμένα κεφάλαιο κάνοντας κλικ στον παρακάτω σύνδεσμο Εισαγωγή-Επίλογος

Το βιβλίο μπορεί να παραγγελθεί από την ιστοσελίδα των εκδόσεων ΙΩΝ

Περιγραφή περιεχομένων

Στο νέο αυτό συλλογικό τόμο και για πρώτη φορά στην ελληνική βιβλιογραφία, γίνεται μια συστηματική προσπάθεια ανάδειξης της πολιτικής και ριζοσπαστικής πρακτικής μέσα στο πλαίσιο της κοινωνικής εργασίας. Οι συγγραφείς κρίνουν, επαναξιολογούν και αποδομούν τα παραδοσιακά μοντέλα κοινωνικής εργασίας και τον τρόπο που αυτά εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα. Μέσα από μια σειρά ερευνητικών, θεωρητικών και εμπειρικών αναλύσεων αναζητούνται νέα μοντέλα θεωρίας και δράσης με έμφαση στην επανασύνδεση της κοινωνικής εργασίας με την κοινωνία και την απαίτηση της κοινωνικής δικαιοσύνης.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ:

Εισαγωγή: “Τρεις προκλήσεις και μια Ελπίδα”. Βασίλης Ιωακειμίδης

Ενότητα Α: Κριτικές προσεγγίσεις στην ανάπτυξη της κοινωνικής εργασίας στην Ελλάδα και διεθνώς

1. Η “σκοτεινή πλευρά” της κοινωνικής εργασίας στην Ελλάδα. Μια κριτική αποτίμηση της πρώιμης ιστορίας του επαγγέλματος (1945-1967). Βασίλης Ιωακειμίδης
2. Διεθνής Κοινωνική Εργασία και νεοφιλελευθερισμός. Michael Lavalette
3. Η επαγγελματική ζωή των κοινωνικών λειτουργών στις κοινωνικές υπηρεσίες του δημόσιου τομέα στην Κρήτη.
Υπερβολικές εργασιακές απαιτήσεις-περιορισμένη επαγγελματική ανάπτυξη, μικρή υποστήριξη. Ελένη Παπαδάκη
4. Προστασία από την επισφάλεια, ή επισφάλεια στην προστασία;
Αποκέντρωση και εργασιακες σχέσεις στις κοινωνικές υπηρεσίες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην εποχή της κρίσης. Γιώργος Μπιθυμήτρης
5. Η μετάλλαξη της κοινωνικής εργασίας. Το Βρετανικό μοντέλο. Chris Jones

Ενότητα Β: Από τη Θεωρία στην Πράξη της κριτικής και ριζοσπαστικής κοινωνικής εργασίας

6. Ανάπτυξη Αντιρατσιστικών προσεγγίσεων στην εκπαίδευση Κοινωνικής Εργασίας. Μια κριτική διερεύνηση του Βρετανικού μοντέλου. Laura Penketh
7. Κοινωνική δράση και κοινωνική εργασία στην κοινότητα με μετανάστες/πρόσφυγες: Η περίπτωση της Πάτρας ως ένα εναλλακτικό μοντέλο δράσης. Δήμητρα-Δώρα Τελώνη
8. Κάποιοι κριτικοί φεμινιστικοί προβληματισμοί περί πορνείας. Πενταράκη Μαρία και Σιακαβέλλα Ελένη
9. Ένα πλαίσιο δράσης για την καταπολέμηση των διακρίσεων βάσει σεξουαλικού προσανατολισμού και έκφρασης φύλου. Δήμητρα Γιάννου
10. Η κοινωνική έρευνα ως μέθοδος προώθησης της ριζοσπαστικής κοινωνικής εργασίας: Έρευνα δράσης για ποιους; Στέφανος Σπανέας

Ενότητα Γ: Αναπτύσσοντας κοινωνική εργασία για την κοινωνική δικαιοσύνη

11. Βιώνοντας και αναβιώνοντας την ηθική της κοινωνικής εργασίας: Η πρόκληση του ηθικού ακτιβισμού. Δήμητρα Γιάννου
12. “Μια άλλη κοινωνική εργασία είναι εφικτή!” Επανακτώντας την ριζοσπαστική παράδοση. Iain Ferguson
13. Αντί επιλόγου, Κοινωνική εργασία για την Κοινωνική δικαιοσύνη. Βασίλης Ιωακειμίδης

Δ. Παράρτημα: “ΚΕΑ”, Κοινωνική Εργασία της Αντίστασης: Ένα κάλεσμα για τον επαναπροσδιορισμό της κοινωνικής εργασίας στην Ελλάδα
  

Τρίτη 3 Απριλίου 2012

Κοινωνική Εργασία (στην περίοδο) της Λιτότητας




Με αφορμή το 7ο συνέδριο του SWAN στην Μ. Βρετανία τον Μάρτιο του 2012 αλλά και την Παγκόσμια Ημέρα Δράσης της Κοινωνικής Εργασίας δημιουργήθηκε ένα βίντεο με τίτλο “Ελλάδα 2012: Κοινωνική Εργασία (στην περίοδο) της Λιτότητας”.

Το βίντεο αποτελεί μία προσπάθεια να ακουστεί και να αναδειχθεί η “φωνή” των κοινωνικών λειτουργών που βρίσκονται στην “πρώτη γραμμή” και των αδιεξόδων που αντιμετωπίζουμε τόσο οι κοινωνικοί λειτουργοί όσο και οι εξυπηρετούμενοι αλλά και ο λαός συνολικά, στην Ελλάδα των περικοπών, της φτώχειας και της καταστολής ιδιαίτερα μετά την είσοδο του ΔΝΤ στην χώρα όπου με την συνεργασία της Ελληνικής κυβέρνησης εφαρμόζονται οι πλέον σκληρές πολιτικές που όλοι βιώνουμε…

Παράλληλα μέσα από το συγκεκριμένο βίντεο επιδιώκεται η ανάδειξη των εστιών αντίστασης και αλληλεγγύης στον Ελλαδικό χώρο.

(σημείωση: το βίντεο είναι στα ελληνικά εκτός από το εισαγωγικό κείμενο και τους τίτλους τέλους)

Πηγή: Δίκτυο Δράσης Κοινωνικών Λειτουργών 

  

Παρασκευή 4 Ιουνίου 2010

Δεοντολογικά διλήμματα στην κοινωνική εργασία


"Η κοινωνική εργασία ορίζεται ως η επιστήμη η οποία προάγει ταυτόχρονα την ατομική ευημερία και την κοινωνική δικαιοσύνη.  Η διπλή αυτή δέσμευση  είναι η πηγή θεμελιωδών δεοντολογικών διλημμάτων για  την  κοινωνική  εργασία  που  διαμορφώνουν  μάλιστα  την  ταυτότητά  της  ως  μια  από  τις  πιο αμφιλεγόμενες  ανάμεσα  στις  κοινωνικές  επιστήμες. Οι  έρευνες  που  διερευνούν  τις  αξίες  που διαμορφώνουν την πρακτική της κοινωνικής εργασίας δημιουργούν τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη δεξιοτήτων που  επιτρέπουν  στους  επαγγελματίες  να ανταποκρίνονται  στην  ιδιαίτερη  αυτή  ταυτότητα του  επαγγέλματος  χωρίς  να  χρειάζεται  να  προσκολλούνται  στην  «ψυχοθεραπευτική  πρακτική». Οι ποιοτικές έρευνες τονίζοντας το περιβάλλον στο οποίο ασκείται η κοινωνική εργασία γεφυρώνουν την απόσταση  «θεωρίας  και  πράξης»  αναγνωρίζοντας  τους  παράγοντες  που  εμποδίζουν  τους επαγγελματίες να ανταποκριθούν στις δεοντολογικές τους δεσμεύσεις. Σκοπός της παρούσας έρευνας ήταν  η ποιοτική  διερεύνηση  των  δεοντολογικών  διλημμάτων  των  κοινωνικών  λειτουργών  που δουλεύουν σε δημόσια νοσοκομεία.  Οι προσωπικές αξίες, η απουσία συλλογικών αξιών και ο κλινικός χαρακτήρας  της  κοινωνικής  εργασίας  φάνηκαν  να  καθορίζουν  τις  δεοντολογικές αποφάσεις  των συνεντευξιαζόμενων."

Το ενδιαφέρον άρθρο της Δήμητρας Γιάννου, με τίτλο "Αναζητώντας την ηθική ταυτότητα της κοινωνικής εργασίας: μια κριτική ανάλυση της διεργασίας λήψης  δεοντολογικών  αποφάσεων  των κοινωνικών  λειτουργών  στα  δημόσια  νοσοκομεία  της Ελλάδας", δημοσιεύθηκε στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού ‘Κοινωνική Εργασία" και το βρήκαμε στο Process Work Greece

Μπορείτε να το διαβάσετε εδώ

Δευτέρα 24 Μαΐου 2010

Κάλεσμα για τον επαναπροσδιορισμό της Κοινωνικής Εργασίας στην Ελλάδα

 
«ΚΕΑ», Κοινωνική Εργασία της Αντίστασης: 
Ένα κάλεσμα για τον επαναπροσδιορισμό της Κοινωνικής Εργασίας στην Ελλάδα*


1. Η Κοινωνική εργασία σε σταυροδρόμι

Η κοινωνική εργασία στην Ελλάδα αναμφίβολα βρίσκεται σε σταυροδρόμι. Περισσότερα από 65 χρόνια έπειτα από τη δημιουργία της πρώτης σχολής , το επάγγελμα συνεχίζει να αναζητά την ταυτότητά του τόσο σε επίπεδο επαγγελματικό, όσο θεωρητικό και μεθοδολογικό. Το κοινωνικό κράτος, κατεξοχήν πλαίσιο λειτουργίας της κοινωνικής εργασίας, βρίσκεται σε αποσύνθεση ως αποτέλεσμα συστηματικών νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Τα πρώτα θύματα της διάβρωσης της κοινωνικής πρόνοιας είναι οι χρήστες (ή δυνάμει χρήστες) των κοινωνικών υπηρεσιών. Άνθρωποι ευάλωτοι, μη προνομιούχοι στην πλειοψηφία τους, θύματα ενός άνισου και άδικου συστήματος. Σύνοδο σύμπτωμα της κατάλυσης του κράτους πρόνοιας είναι και η αποδόμηση των εργασιακών συνθηκών των κοινωνικών λειτουργών. Τόσο έντονα είναι τα φαινόμενα καταπάτησης της εργασιακής αξιοπρέπειας των κοινωνικών λειτουργών που σε πολλές περιπτώσεις τα όρια μεταξύ «εξυπηρετούμενου» και επαγγελματία είναι δυσδιάκριτα και οι ανάγκες κοινές.

Ενώ οι επίσημοι (επαγγελματικοί, εκπαιδευτικοί και συνδικαλιστικοί) φορείς του επαγγέλματος σχηματίζουν μια ελίτ που λίγο συνδέεται με τις ανάγκες εξυπηρετούμενων και επαγγελματιών, πολλοί κοινωνικοί λειτουργοί μάχονται στην πρώτη γραμμή για τα δικαιώματα των μη προνομιούχων ομάδων του πληθυσμού, την κοινωνική δικαιοσύνη και την επαγγελματική τους αξιοπρέπεια. Η αποφασιστικότητα αυτών των κοινωνικών λειτουργών αποτελεί και την κύρια πηγή ελπίδας για τη μελλοντική κατεύθυνση που μπορεί να πάρει η κοινωνική εργασία στην Ελλάδα. O επανακαθορισμός του περιεχομένου της κοινωνικής εργασίας όμως, μπορεί να είναι μόνο αποτέλεσμα τόσο της κοινής δράσης με τα κοινωνικά κινήματα, όσο και αυτοκριτικής/ αναζήτησης της μέχρι τώρα πορείας του επαγγέλματος. Το τελευταίο έχει χαρακτήρα όχι αυτομαστιγώματος αλλά ερμηνείας στοιχείων του παρόντος μέσα από τις εμπειρίες του –σκοτεινού σε αρκετά σημεία- παρελθόντος.

2. Από τα «Σπίτια του Παιδιού» στο «Βοήθεια στο Σπίτι»

Το επάγγελμα της κοινωνικής εργασίας εμφανίστηκε επίσημα το 1946 εν μέσω εμφυλίου πολέμου. Εκκολάφτηκε αρχικά στο Αμερικάνικο Κολέγιο και προστατεύτηκε προσωπικά από τη Βασίλισσα Φρειδερίκη. Όσο και αν η επίσημη ιστοριογραφία του επαγγέλματος προσπαθεί να αναδείξει την υποτιθέμενη πολιτική ουδετερότητα του επαγγέλματος, η πολιτική του διάσταση δεν είναι δυνατόν να απωθηθεί.

Στην περίοδο της μετεμφυλιακής υστερίας και καταπίεσης, η επίσημη κοινωνική εργασία πολύ απείχε από το να χαρακτηριστεί πολιτικά ουδέτερη. Άλλωστε ο όρος «πολιτική ουδετερότητα» είναι ούτως η άλλως αδόκιμος για έναν κλάδο που βρίσκεται εξ’αντικειμενου στην πρώτη γραμμή των δομικών ανισοτήτων και της συστημικής βίας. Είναι κρίσιμο λοιπόν να παρατηρηθεί, κριθεί και αξιολογηθεί πως την περίοδο επαγγελματικής ανάπτυξης της κοινωνικής εργασίας, το επίσημο επάγγελμα πήρε σαφή θέση υπέρ του αυταρχικού μεταπολεμικού κράτους. Για να το εκφράσουμε και διαφορετικά, δεν συντάχθηκε απλά, αλλά υπήρξε γέννημά και εργαλείο του. Ενώ χιλιάδες συμπολίτες μας διώχθηκαν (φυλακίστηκαν και εξορίστηκαν) για την πολιτική και συνδικαλιστική τους δράση, οικογένειες, χωριά και κοινότητες βίωσαν πρωτοφανή κοινωνικό αποκλεισμό και κυνήγι μαγισσών, οι κοινωνικοί λειτουργοί ΔΕΝ βρέθηκαν στο πλευρό τους. Επίσης ΔΕΝ ήταν ουδέτεροι. Οι περισσότεροι υπηρέτησαν στα «σπίτια του παιδιού», γνωστά πολιτικά κολαστήρια της εποχής, που εκτός από ορφανά προωθούσαν και προγράμματα κοινωνικής αναμόρφωσης σε αντιφρονούντες νέους. Επίσης εργάστηκαν στα πλαίσια του Βασιλικού Εθνικού Ιδρύματος και εκπαιδεύτηκαν, εκτός των άλλων, σε χριστιανικές ΜΚΟ. Οι συγκεκριμένοι χώροι με σαφήνεια υλοποιούσαν συγκεκριμένη πολιτική ατζέντα που είχε ενδυθεί το «ελληνοχριστιανικό όραμα» και τα παρεπόμενά του.

Είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί πως δεν έχει καταγραφεί ιστορικά ΚΑΜΙΑ αντίδραση του επίσημου επαγγέλματος ενάντια στον καταπιεστικό χαρακτήρα αυτών των πολιτικών τα οποία εκδίωξαν και καταδίκασαν σε φτώχεια και στιγματισμό χιλιάδες οικογένειες. Υπάρχουν μόνο κάποια μεμονωμένα παραδείγματα συναδέλφων που συντάχθηκαν με τα αιτήματα των πλούσιων κινημάτων της εποχής.

Για να γίνει αυτό πιο κατανοητό είναι χρήσιμο να αναφερθούμε και στη στάση του επαγγέλματος κατά τη διάρκεια της χούντας. Κατά τη συγκεκριμένη περίοδο πρωτοφανούς καταπίεσης και βίας η επίσημη κοινωνική εργασία ξαναέριξε τις μάσκες της κοινωνικής ουδετερότητας. Οι αλληλογραφίες και οι αβρότητες με τους συνταγματάρχες είναι καταγεγραμμένες. Ο ΣΚΛΕ διαπραγματεύτηκε την σύμπραξη του με τη χούντα, για εξασφάλιση των στενών συντεχνιακών του συμφερόντων.

Αυτή η πτυχή αποκτά ιδιαίτερη σημασία στην εξέλιξη του επαγγέλματος, αφού ο κλάδος δεν απαλλάχτηκε ποτέ από αυτόν τον συντεχνιακό αυτισμό. Ο ιδιότυπος και διαχρονικός «κυβερνητισμός» του επαγγέλματος αλλά και η διάσταση του από τις πραγματικές κοινωνικές ανάγκες και τους εξυπηρετούμενους, καθόρισε τόσο την επιστημονική του υπανάπτυξη όσο και την ελλειμματική αναγνωρισμότητα του στην κοινωνία.

Έπειτα από μία περίπου δεκαετία αμηχανίας και επαγγελματικής στασιμότητας (1980-90) που ακολούθησε την αποχουντοποίηση και τις προοδευτικές μεταρρυθμίσεις που συντέλεσαν στη δημιουργία του ΕΣΥ και τη συγκτότηση προγραμμάτων πρόνοιας, η επίσημη κοινωνική εργασία βρέθηκε πάλι ενώπιον της ιστορίας της. Το κράτος που εκείνη την περίοδο αποφάσιζε να αποδομήσει τα κοινωνικά κεκτημένα και να προωθήσει ατομικιστικές και νεοφιλελεύθερες λογικές. Αυτές περιλάμβαναν ιδιωτικοποιήσεις, κατάργηση/ συγχώνευση κοινωνικών υπηρεσιών και κατάλυση των εργασιακών δικαιωμάτων. Ενώ ήταν ήδη φανερό από τη δεκαετία του 1990 που θα οδηγήσουν αυτές οι επιλογές, η επίσημη κοινωνική εργασία έδειξε μεγάλη συνέπεια στην ιστορικά συμβιβασμένη στάση της. Συναίνεσε σε όλα τα μέτρα, συντέλεσε και συμμετείχε σε όλες τις επιτροπές που αποφάσισαν και υλοποίησαν αυτές τις πολιτικές. Η δικαιολογία είχε το όνομα «Βοήθεια στο σπίτι» και την πολυπόθητη επαγγελματική αναβάθμιση.

Σε μια εντυπωσιακή επανάληψη της ιστορίας, το επίσημο επάγγελμα αγνόησε τις καταστροφικές κοινωνικές συνέπειες συγκεκριμένων πολιτικών, μέσα στην κοντόφθαλμη και μυωπική γοητεία της διαπλοκής με την εξουσία και του συντεχνιασμού. Σαν αποτέλεσμα χιλιάδες νέοι κοινωνικοί λειτουργοί (σχεδόν το 1/3) εγκλωβίστηκαν σε απάνθρωπες συνθήκες εργασίας, απλήρωτοι για μήνες και ευάλωτοι στις μικροπολιτικές επιταγές των πολιτικών προϊσταμένων τους.

Τα χειρότερα όμως ήρθαν για τους εξυπηρετούμενους, αφού η σταδιακή κατάλυση των δομών πρόνοιας (πχ ψυχαργώς) άφησε χιλιάδες ευάλωτους συμπολίτες μας κυριολεκτικά στο δρόμο. Σε αυτό το πλαίσιο ο όρος «εξυπηρετούμενοι» έγινε πλασματικός, αφού ελλείψη υπηρεσιών και δομών κανείς δεν εξυπηρετείται. Ιστορικά οι χρήστες κοινωνικών υπηρεσιών ανήκουν στα πιο ευάλωτα και φτωχά κοινωνικά στρώματα. Ομάδες AμΕΑ, ηλικιωμένων, καρκινοπαθών, προσφύγων, μεταναστών, ανέργων, ψυχικά ασθενών, εξαρτημένων που απευθύνονται στις κοινωνικές υπηρεσίες έχουν ένα κοινό βασικό χαρακτηριστικό: βρίσκονται όλοι κάτω από τα όρια της φτώχειας και είναι κοινωνικά αποκλεισμένοι. Αυτές ακριβώς οι ομάδες θυματοποιήθηκαν από τα αποτελέσματα της κατάλυσης του κράτους πρόνοιας.

Στην πιο πρόσφατη εξέλιξή της αυτή η κατεύθυνση οδήγησε σε ακόμα πιο απροκάλυπτη υιοθέτηση των απάνθρωπων νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Η αξιοποίηση θατσερικών συνταγών του Διεθνούς Νομισματικού ταμείου, έφερε και κάτι καινούριο. Για πρώτη φορά η λεπτή κόκκινη γραμμή που χώριζε τους περισσότερους κοινωνικούς λειτουργούς από τους εξυπηρετούμενους τους εξανεμίστηκε. Γίναμε όλοι εξυπηρετούμενοι.

3. Για μια νέα «ΚΕΑ», Κοινωνική Εργασία της Αντίστασης

Όπως αναλύθηκε παραπάνω, το επίσημο επάγγελμα αναπτύχθηκε τεχνητά «από τα πάνω», διατηρώντας έναν ελιτίστικο συντεχνιακό χαρακτήρα και δεν ήταν απότοκο κοινωνικών απαιτήσεων, δεμένο με τα κοινωνικά κινήματα και τις ανάγκες των εξυπηρετούμενων. Ενώ θεωρητικά ο κλάδος διακήρυττε κοινωνική δικαιοσύνη και πολιτική ουδετερότητα, η πρακτική του και οι κρίσιμες πολιτικές επιλογές του έδειχναν την αντίθετη κατεύθυνση.

Σε αυτό το πλαίσιο απώθησης των δομικών αιτιών τις ανισότητας τα κάθε λογής ψυχοθεραπευτικά μοντέλα εισήχθησαν στο επάγγελμα ως «μάννα εξ ουρανού». Μάλιστα αυτά τα μοντέλα δεν αξιοποιήθηκαν στην ολότητά τους –μιας και μερικά έχουν κοινωνικές και πολιτικές αφετηρίες/ αναφορές- αλλά μεταφυτεύθηκαν στην πιο ατομικιστική τους μορφή. Αυτή η εξέλιξη αποδείχθηκε βολική για όλους αφού αφενός προσδίδει στον κλάδο το απαιτούμενο επιστημονικό κύρος και αφετέρου η παθολογικοποίηση που τα συνοδεύει είναι πολιτικά ανώδυνη και αποπροσανατολιστική. Οι προσεγγίσεις αυτές ενδύθηκαν την ανάλογη ορολογία (ΚΕΑ, ΚΕΟ, ΚΕΚ), που βέβαια καμία αναγνωρισιμότητα δεν έχει στην κοινωνία και την εργασιακή πραγματικότητα, και η κοινωνική εργασία συνέχισε τον εσωστρεφή της περίπατο. Οι κοινωνικοί λειτουργοί στην πρώτη γραμμή όμως βρέθηκαν απεγνωσμένοι να αναρωτιούνται πως θα μπορέσουν να εξηγήσουν και να αντιμετωπίσουν τα γιγαντιαία κοινωνικά προβλήματα των «εξυπηρετούμενων».

Όμως οι κοινωνικές εξελίξεις γέννησαν και τις συνθήκες αλλαγής κατεύθυνσης για την κοινωνική εργασία. Η κατάργηση των χριστιανικών και ιδιωτικών σχολών και η μεταφορά των τμημάτων κοινωνικής εργασίας στην δημόσια ανώτατη και τεχνολογική εκπαίδευση σήμανε την αλλαγή της δημογραφικής και ταξικής διάρθρωσης του επαγγέλματος. Δίδακτρα και προφορικές συνεντεύξεις σταμάτησαν να αποτελούν φίλτρα για τις σχολές που σταδιακά παρήγαγαν αποφοίτους που λίγη σχέση έχουν με τη Φρειδερίκη και την οπτική της για την κοινωνική εργασία.

Αυτό οδήγησε σε φοιτητές κοινωνικούς λειτουργούς που αμφισβητούν παρωχημένα διδακτικά μοντέλα και θεωρητικές προσεγγίσεις που απέχουν πολύ από την εργασιακή πραγματικότητα στην πρώτη γραμμή. Ακόμα περισσότερο, οδήγησε σε κοινωνικούς λειτουργούς που είναι σε θέση να αντιληφθούν την αδυναμία του επαγγέλματος να αντιπαρατεθεί θεωρητικά και μεθοδολογικά με την πολιτική καταπίεση και τις κοινωνικές διακρίσεις που παράγει αφειδώς το σύστημα.

Πολλοί κοινωνικοί λειτουργοί αντιμετωπίζοντας τις προκλήσεις και αντιλαμβανόμενοι το συστημικό χαρακτήρα των κοινωνικών προβλημάτων άρχισαν να αξιοποιούν και να αναπτύσσουν μεθόδους κοινωνικής εργασίας πολιτικά ενημερωμένες και κοινωνικά στοχοπροσυλωμένες (πχ στο χώρο της υπεράσπισης των δικαιωμάτων των προσφύγων, την ψυχική υγείας κ.α). Οι μέθοδοι αυτοί αναπτύσσονται «από τα κάτω», ολιστικά και οργανικά αμφισβητώντας το θεωρητικά ασφυκτικό πλαίσιο της παραδοσιακής κοινωνικής εργασίας. Έχουν στο επίκεντρο τους την κοινωνική αλλαγή και όχι την εσωστρεφή αναπαραγωγή του επαγγέλματος. Αυτές οι δράσεις των κοινωνικών λειτουργών τόσο σε συνδικαλιστικό όσο και πρακτικό μεθοδολογικό επίπεδο αποτελούν πηγές ελπίδας για το μέλλον.

Αυτοί οι κοινωνικοί λειτουργοί αναδεικνύουν πως η πρώτη λέξη στον τίτλο του επαγγέλματος ορίζει τον απαραίτητο και αδιαπραγμάτευτο σύμμαχο : την κοινωνία. Η πραγματικότητα που βιώνουν εξυπηρετούμενοι και επαγγελματίες κοινωνικοί λειτουργοί απαιτεί σύγκρουση με τις ανισότητες, συστηματική προστασία των ευάλωτων ομάδων και κοινωνική δικαιοσύνη.

Σε συνθήκες όμως που το κράτος επιθετικά υιοθετεί μέτρα που αντίκεινται στην δέσμευση των κοινωνικών λειτουργών για κοινωνική δικαιοσύνη και ισότητα τότε η κύρια μέθοδος άσκησης της κοινωνικής εργασίας ονομάζεται «αντίσταση». Αυτή αποτελεί και το δεύτερο μονοπάτι στο σταυροδρόμι που ατενίζει η κοινωνική εργασία έπειτα από περίπου 65 χρόνια ύπαρξης. Όπως εξηγήσαμε ο δρόμος που βάδισε όλα αυτά τα χρόνια δημιούργησαν ένα επάγγελμα κοινωνικά «αυτιστικό», και θεωρητικά ανασφαλές. Ο δρόμος όμως της αντίστασης και της κοινωνικής δικαιοσύνης δεν είναι μοναχικός. Σε αυτόν βρίσκονται τα κοινωνικά κινήματα, οι εξυπηρετούμενοι, οι εργαζόμενοι αλλά και οι αλληλέγγυοι συνάδελφοι από άλλες χώρες.

Οι θεωρίες, η έρευνα και η πρακτική που απαντά στις ανάγκες τις κοινωνίας διαμορφώνονται στην πρώτη γραμμή. Δεν εισάγονται από το εξωτερικό και δεν παράγονται σε εργαστήρια. Τώρα περισσότερο από ποτέ οι κοινωνικοί λειτουργοί οχι μόνο αντιλαμβάνονται ότι δεν βρίσκονται στην αντίπερα όχθη από τους εξυπηρετούμενους και τα κινήματα αλλά αυτοί αποτελούν και το ζωτικό χώρο δράσης και ανάπτυξης του επαγγέλματος.

Η δικαιολογία της πολιτικής ουδετερότητας του επαγγέλματος υπήρξε πάντοτε μια βαθιά πολιτική επιλογή υπέρ του δυνατού. Καλούμε όλους τους κοινωνικούς λειτουργούς συνειδητά να επιλέξουν το δρόμο της αντίστασης στις πολιτικές επιλογές που αναπαράγουν ανισότητες και της ανάτασης ενός επαγγέλματος που απαντά στις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας και όχι στον ελιτίστικο συντεχνιασμό. Κάτι τέτοιο απαιτεί συλλογική και οργανωμένη πολιτική δράση. Απαιτεί επίσης και την αποδοχή πως τόσο οι εργασιακές αντιξοότητες που αντιμετωπίζουν οι κοινωνικοί λειτουργοί όσο και τα μείζονα προβλήματα που οδηγούν συμπολίτες μας στις κοινωνικές υπηρεσίες έχουν κοινό παρονομαστή και αφετηρία, το παρόν καταπιεστικό και απάνθρωπο πολιτικό σύστημα. Άλλωστε τώρα πια είμαστε όλοι εξυπηρετούμενοι!

Το παρόν κάλεσμα αποτελεί μια μικρή συνεισφορά στην προσπάθεια ανάπτυξης κοινωνικής εργασίας της χειραφέτησης από όλες τις μορφές καταπίεσης.

Βασίλης Ιωακειμίδης (Liverpool Hope University)

*Αναδημοσίευση από το Social Work Action Network

Τετάρτη 10 Ιουνίου 2009

Γνωριμία με το Social Work Action Network


Πριν από ένα μήνα ήρθε σε επαφή μαζί μας το Social Work Action Network, το οποίο αποτελεί μια πλατφόρμα δράσης με τη συμμετοχή εργαζομένων στον τομέα της πρόνοιας, φοιτητών, ακαδημαϊκών και χρηστών κοινωνικών υπηρεσιών. Αν και έχει τη βάση του στο Liverpool, το Δίκτυο απευθύνεται σε άτομα και ομάδες από όλο τον κόσμο που αγωνίζονται για την κοινωνική αλλαγή και χειραφέτηση, αμφισβητούν τα παραδοσιακά πρότυπα και οραματίζονται εναλλακτικά μοντέλα κοινωνικής και προνοιακής εργασίας με βασική αρχή την κοινωνική δικαιοσύνη. Όπως θα διαπιστώσετε, οι προβληματισμοί τους ξεπερνούν τα Βρετανικά σύνορα.


Το Δίκτυο προωθεί το διάλογο για θέματα σχετικά με την κοινωνική εργασία μέσα από το site του, στο οποίο μπορείτε να στείλετε τις απόψεις σας, καθώς και με τη διοργάνωση συνεδρίων και άλλων εκδηλώσεων. Μπορείτε να διαβάσετε το μανιφέστο που ακολουθεί, για μια πρώτη γνωριμία με το Social Work Action Network:



Κoινωνική Εργασία και Κοινωνική Δικαιοσύνη: Ενα Μανιφέστο για Συνδιασμένη Πρακτική

1. Η κοινωνική εργασία σήμερα.

Η κοινωνική εργασία στη Μεγάλη Βρετανία έχει χάσει την κατεύθυνσή της. Κάτι τέτοιο δεν είναι καινούριο. Πολλοί έχουν διαπιστώσει πως η κοινωνική εργασία βρίσκεται σε κρίση παραπάνω από τρεις δεκαετίες. Εν τούτοις η αφετηρία για αυτό το Μανιφέστο εντοπίζεται στο ότι η «κρίση της κοινωνικής εργασίας» δεν πρέπει να γίνει άλλο ανεκτή.

Πολλοί από εμάς εισήλθαμε στον κλάδο της ΚΕ –και άλλοι ακόμα το επιλέγουν- ακολουθώντας μια δέσμευση προς την κοινωνική δικαιοσύνη, η τουλάχιστον επιθυμώντας να επιφέρουν θετικές αλλαγές στις ζωές των ανθρώπων. Σταδιακά όμως η προοπτική για κάτι τέτοιο αποδυναμώθηκε.

Στον αντίποδα, η δουλειά μας διαμορφώνεται πλέον από τα διαχειριστικά πρότυπα, την πολυδιάσπαση των υπηρεσιών, από τους οικονομικούς περιορισμούς και έλλειψη χρηματοδοτικών πηγών, από την αύξηση της γραφειοκρατίας και εντατικοποίησης της εργασίας, από την κυριαρχία του προνοιακού μάνατζμεντ και τους σχετικούς δείκτες απόδοσης και τέλος από την όλο και αυξανόμενη διείσδυση του ιδιωτικού τομέα. Ενώ οι προαναφερθείσες τάσεις είναι καιρό τώρα παρατηρημένες στις δημόσιες δομές άσκησης κοινωνικής εργασίας, πια κυριαρχούν στην καθημερινή δουλειά των κοινωνικών λειτουργών πρώτης γραμμής και καθορίζουν τις υπηρεσίες πρόνοιας που παρέχονται στους εξυπηρετούμενους. Το άμεσο αποτέλεσμα είναι η αύξηση της απόστασης μεταξύ των μάνατζερς και των κοινωνικών λειτουργών από τη μια μεριά και των κοινωνικών λειτουργών και εξυπηρετούμενων από την άλλη. Το κύριο ενδιαφέρον των μάνατζερς κοινωνικών υπηρεσιών εστιάζεται όχι στη παροχή πρόνοιας στους εξυπηρετούμενους αλλά στον έλεγχο των προϋπολογισμών. Παράλληλα η σχέση κοινωνικών λειτουργών- εξυπηρετούμενου χαρακτηρίζεται σημαντικά από αυστηρό έλεγχο παρά από παροχή πρόνοιας.

Εάν δεν αλλάξει αυτή η δομική κατεύθυνση της κοινωνικής εργασίας, τότε ούτε το ενιαίο πτυχίο κοινωνικής εργασίας αλλά ούτε και νέοι οργανισμοί όπως τα Συμβούλια Κοινωνικής Φροντίδας, θα μπορέσουν να κάνουν κάτι προς βελτίωση της κατάστασης. Αυτές δεν είναι πάρα επιφανειακές λύσεις πάνω σε βαθιά ριζωμένα προβλήματα. Επομένως προσπάθειες από συγκεκριμένες τοπικές αρχές να αναστρέψουν το πρόβλημα επάνδρωσης των υπηρεσιών προσφέροντας οικονομικά κίνητρα –τα επονομαζόμενα «χρυσά καλωσορίσματα»- απλά περιστρέφουν το πρόβλημα.

Απούσης της οργανωμένης απάντησης σε αυτές τις τάσεις, είναι κατανοητό πως πολλοί εργαζόμενοι αντιδρούν με διαφορετικούς τρόπους. Μερικοί κοινωνικοί λειτουργοί εγκαταλείπουν το επάγγελμα, αν και για τους περισσότερους αυτό δεν είναι λύση. Μερικοί άλλοι κατάφεραν να βρουν χώρους στην εργασία τους όπου μπορούν να αναπτύξουν μια πια ολοκληρωμένη μορφή άσκησης κοινωνικής εργασίας –κυρίως στον εθελοντικό τομέα η σε πιο εξειδικευμένα προγράμματα- για τους περισσότερους όμως αυτή η δυνατότητα δεν είναι εφικτή. Ακόμα και ο εθελοντικός τομέας τείνει να καθρεφτίζει τις τεχνοκρατικές τάσεις του δημοσίου.

Επιπλέον η ανάγκη για κοινωνική εργασία στρατευμένη στην κοινωνική δικαιοσύνη και στην καταπολέμηση της φτώχειας και των διακρίσεων είναι μεγαλύτερη από ποτέ. Σύμφωνα με την άποψη μας αυτή παραμένει μια πτυχή που αξίζει να υπερασπιστούμε. Περισσότερο από κάθε άλλο επάγγελμα στο χώρο της πρόνοιας, η κοινωνική εργασία προσπαθεί να αντιληφθεί τη σχέση μεταξύ «δημόσιων θεμάτων» και «προσωπικών δεινών» αντιμετωπίζοντας και τα δυο. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο πολλοί από τους κατέχοντες εξουσία και επιρροή στη κοινωνία μας θα ήθελαν να δουν μια κοινωνική εργασία αποκαρδιωμένη και ηττημένη. Μια κοινωνική εργασία που θα αδυνατεί να τραβήξει την προσοχή προς τα δεινά και τις δυσκολίες που πλήττουν τόσους πολλούς στην κοινωνία μας. Κάτι τέτοιο κάνει από μόνο του την κοινωνική εργασία ένα επάγγελμα άξιο για να παλέψει κάνεις.

Η σύγχρονη απαξιωμένη επαγγελματική κατάσταση της κοινωνικής εργασίας είναι άρρηκτα δεμένη με το στάτους και τις διεκδικήσεις των χρηστών υπηρεσιών κοινωνικής εργασίας. Οι εξυπηρετούμενοι, που αποτελούν μέρος των πιο ευάλωτων και εξαθλιωμένων στρωμάτων της κοινωνίας μας, έχουν επωφεληθεί ελάχιστα απο τις μεταρρυθμίσεις των Νέο-εργατικών στην κοινωνική πρόνοια. Στην πραγματικότητα, υπό τους Νέο-Εργατικούς, έχουμε γίνει μάρτυρες όχι μόνο ευρύτερης ανισότητας στην κατανομή των υλικών αγαθών άλλα και εντεινόμενης δαιμονοποίησης των αιτούντων άσυλο, της νεολαίας και των φτωχών οικογενειών. Των ομάδων δηλαδή που κατεξοχήν βρίσκονται στο επίκεντρο άσκησης της κοινωνικής εργασίας. Σήμερα πολύ συχνά οι κοινωνικοί λειτουργοί δεν κάνουν πολλά περισσότερα από το να επιβλέπουν την επιδείνωση στις ζωές αυτών των ανθρώπων.


Επομένως στον αντίποδα όλων αυτών που θα ήταν ευτυχισμένοι να δουν μια κοινωνική εργασία ηττημένη και σιωπηλή, εμείς αναζητούμε μια κοινωνική εργασία που έχει ως καρδιά της την πρόληψη και αναγνωρίζει την αξία των συλλογικών προσεγγίσεων. Παράλληλα αναγνωρίζουμε οτι καλές εφαρμογές στην ΚΕΑ έχουν επίσης υποφέρει από τις τάσεις που αναφέραμε προηγούμενα. Προσβλέπουμε λοιπόν σε μια κοινωνική εργασία που μπορεί να συνεισφέρει στη διαμόρφωση διαφορετικού πλαισίου κοινωνικής πολιτικής, θεμελιωμένη στην κατανόηση του αγώνα που διάγουν οι εξυπηρετούμενοι προσπαθώντας να αντιμετωπίσουν το φάσμα των συναισθηματικών, κοινωνικών και υλικών προβλημάτων καθώς και των δυνάμεων που αντλούν και αποθέτουν κατά τον αγώνα αυτόν.

2. Πηγές ελπίδας.

Πολλοί κοινωνικοί λειτουργοί απελπίζονται με τις μορφές των αλλαγών που έχουν επιβληθεί στην κοινωνική εργασία και δε βλέπουν τρόπους εξόδου από την παρούσα κατάσταση. Λαμβάνοντας υπόψιν τις αδίστακτες και άδικες κριτικές που η κοινωνική εργασία –και οι κοινωνικοί λειτουργοί- έχει δεχθεί από πολιτικούς και τον τύπο κατά τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια, κάποια στοιχεία απελπισίας και εγκλωβισμού είναι κατανοητά. Εντούτοις είναι πραγματικός ο κίνδυνος αυτή η κατάσταση να μας τυφλώσει απέναντι στις νέες πηγές ελπίδας που έχουν πρόσφατα αναδυθεί και οι οποίες μπορεί να δείξουν το δρόμο προς μια ανανεωμένη και αποτελεσματική κοινωνική εργασία που συμμετέχει στις διεκδικήσεις για μια πιο δίκαιη και ανθρώπινη κοινωνία.

Κατά τις δυο τελευταίες δεκαετίες η ανάπτυξη κινημάτων απο εξυπηρετούμενους (όπως το κίνημα των αναπήρων και ψυχικά ασθενών) έχουν φέρει αέρα καινοτομίας και αυτοαναζήτησης στους τρόπους με τους οποίους αντιλαμβανόμαστε τα ατομικά και κοινωνικά προβλήματα. Αυτά τα κινήματα έχουν αναδείξει πολλές σχετικές και ενδιαφέρουσες προσεγγίσεις στην αντιμετώπιση των αναγκών των εξυπηρετούμενων- συλλογική δράση, όπως για παράδειγμα στο χώρο της ψυχικής υγείας απο την ομάδα των Hearing Voices και προσεγγίσεις πρωτοβουλίας εξυπηρετούμενων όπως στο μοντέλο Clubhouse. Το γεγονός πως αυτά τα μοντέλα προέκυψαν, όχι απο την επαγγελματική κοινωνική εργασία αλλά απο τους ίδιους τους εξυπηρετούμενους, αναδεικνύει πως η κοινωνική εργασία είναι ανάγκη να έρθει σε επαφή και να μάθει από αυτά τα κινήματα με τέτοιο τρόπο που θα επιτρέπει το σχηματισμό συνεργασιών και την ανάπτυξη νέας γνώσης και καινοτόμων προγραμμάτων σπουδών.

Επιπλέον τα τελευταία χρόνια έχουμε γίνει μάρτυρες της ενίσχυσης δυναμικών διεθνών κινημάτων διαμαρτυρίας ενάντια στον καπιταλισμό και τους πολέμους. Κατά τις δεκαετίες 1960 και 1970 η κοινωνική εργασία ήταν ισχυρότατα επηρεασμένη από το “πνεύμα του εξήντα”, από κινήματα όπως το αντιρατσιστικό, το γυναικείο και το αντιπολεμικό. Αυτό ήταν που θεμελίωσε τις βάσεις της μελλοντικής αντι-καταπιεστικής κοινωνικής εργασίας. Σήμερα παρατηρούμε την εμφάνιση παρόμοιων κοινωνικών κινημάτων. Μέσα από το αντικαπιταλιστικό και αντιπολεμικό κίνημα βρίσκουμε μεγαλύτερες πηγές ελπίδας από αυτές που υπήρχαν διαθέσιμες τα τριάντα τελευταία χρόνια. Μέσα σε αυτά τα κινήματα ομάδες εξυπηρετούμενων και κάποιες ΜΚΟ που έχουν παραγωγικά συμμετάσχει ανάγοντας ζητήματα κοινωνικής δικαιοσύνης σε βασικές προτεραιότητες. Έχουν προκαλέσει και αμφισβητήσει την ορθοδοξία της νεο-φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και του καταστροφικού της αντίκτυπου στους φτωχούς και μη έχοντες του πλανήτη, στο περιβάλλον και το ανθρώπινο κόστος των ιδιωτικοποιήσεων υπηρεσιών.

Το αντικαπιταλιστικό αυτό κίνημα αναγεννήθηκε μέσα στις διαμαρτυρίες και τις διαδηλώσεις εναντίον της συνόδου υπουργών του ΔΝΤ στο Σιάτλ το 1999 και απο τότε απλώθηκε σε όλο τον πλανήτη. Τον τελευταίο χρόνο ενώθηκε με το αντιπολεμικό και αντι-ιμπεριαλιστικό κίνημα. Τον Φλεβάρη του 2003 το πνεύμα των αντικαπιταλιστικών διαμαρτυριών ήρθε στη Βρετανία όταν 2 εκατομμύρια άνθρωποι διαδήλωσαν στο Λονδίνο κατά του πολέμου στο Ιράκ. Η έκταση και συμμετοχή αυτού του κινήματος σε συνδυασμό με την ενεργητικότητά και τον αυθορμητισμό του, αναγέννησε πολλούς οι οποίοι είχαν εγκλωβιστεί στην απελπισία. Επιπλέον έπαιξε και ρόλο στην ανανέωση του πνεύματος αντίστασης στο συνδικαλιστικό κίνημα.

Αυτά όμως τα κινήματα δεν κατευθύνονται μόνο ενάντια στον πόλεμο και τον καπιταλισμό αλλά παράλληλα άρχισαν να σκέφτονται και την προοπτική ενός εναλλακτικού μέλλοντος. Τα τελευταία τρία χρόνια σε ποικίλα Παγκόσμια και Ευρωπαϊκά κοινωνικά φόρα μεγάλος αριθμός ανθρώπων συναντήθηκε, μοιράστηκε ιδέες και συζήτησε για το πώς ένας εναλλακτικός κόσμος θα μπορούσε να μοιάζει. Αυτές οι συζητήσεις μπορούν να μας βοηθήσουν να μορφοποιήσουμε μια νέα κοινωνική εργασία βασισμένη σε δομικές αντικαπιταλιστικές αξίες, όπως η δημοκρατία, η αλληλεγγύη, η υπευθυνότητα, η συμμετοχή, η δικαιοσύνη, η ελευθερία, η ισότητα και η διαφορετικότητα.

Βρίσκουμε επομένως τους εαυτούς μας σε σταυροδρόμι. Από τον ένα δρόμο διέρχονται τα νέα διαχειριστικά πρότυπα και η αυξανόμενη εμπορευματοποίηση, συνοδευόμενα από τη ματαίωση και απογοήτευση των κοινωνικών λειτουργών. Παράλληλα στον άλλο δρόμο βρίσκεται η πιθανότητα –και όχι κάτι παραπάνω ακόμα- για μια ανανεωμένη και αναγεννημένη κοινωνική εργασία που διαπλέκεται με με τις διαθέσιμες πηγές ελπίδας εντοπισμένες στο σύγχρονο συλλογικό κίνημα για έναν διαφορετικό και καλύτερο κόσμο.

3. Μια “ηθική” καριέρα

Η συνεχιζόμενη κρίση στη Βρετανική κοινωνική εργασία μας έχει διδάξει ορισμένα πράγματα. Μας έχει οδηγήσει σε μια κατάσταση όπου κανείς ορθά σκεπτόμενος δεν θα μπορούσε να την αντιληφθεί ως πιθανά επωφελή. Μας έχει διδάξει πως δεν μπορούμε να επιστρέψουμε στο παρελθόν της επαγγελματικής υπεροψίας και πως η όποια προοδευτική αλλαγή πρέπει να συμπεριλάβει τους χρήστες κοινωνικών υπηρεσιών και όλους τους κοινωνικούς λειτουργούς πρώτης γραμμής. Σαν φορείς αλλαγής οι μάνατζερς είχαν την ευκαιρία τους. Αυτή η περίοδος μας υπενθύμισε πως τα προνοιακά συστήματα που κυριαρχούνται από οικονομίστικες λογικές είναι σκληρές και καταστρεπτικές για την ανθρώπινη ευημερία. Τα θύματα αυτής της λογικής εντοπίζονται παντού μέσα στο θεσμό της κοινωνικής εργασίας, τόσο ανάμεσα στους κοινωνικούς λειτουργούς όσο και τους εξυπηρετούμενους. Αυτά τα χρόνια αναστάτωσης ανέδειξαν με έμφαση πως η κοινωνική εργασία πρέπει να επαναπροσδιοριστεί οχι σε σχέση με τη λειτουργία της προς το κράτος αλλά σε σχέση με τη δική της βάση αξιών. Πάνω από όλα, η πιο ξεκάθαρη διαπίστωση είναι η ανάγκη για συλλογική οργάνωση, τόσο για να υπερασπιστούμε το όραμα μιας κοινωνικής εργασίας βασισμένης στην κοινωνική δικαιοσύνη, όσο και για να διεκδικήσουμε τις εργασιακές σχέσεις που θα καταστήσουν κάτι τέτοιο υλοποιήσιμο.

Όπως προαναφέραμε στην αρχή αυτού του Μανιφέστου, στο παρελθόν πολλοί άνθρωποι επέλεξαν την κοινωνική εργασία γιατί φάνηκε να τους προσφέρει ένα τρόπο να εξοικονομούν τα προς το ζήν, χωρίς να πρέπει να καταπιέζουν η να εκμεταλλεύονται ανθρώπους, άλλα αντίθετα να μπορούν να συνεισφέρουν, έστω και κατ’ ελάχιστο, στην προσπάθεια κοινωνικής αλλαγής. Υπήρξε με άλλα λόγια μια ηθική επιλογή καριέρας. Αυτή η δυνητική δυναμική κοινωνικής αλλαγής, συντρίφτηκε από τις επιλογές των διαχειριστικών προτύπων και της εμπορευματοποίησης, που χαρακτήρισαν τα τελευταία εικοσιπέντε χρόνια. Είναι εντυπωσιακό όμως πως ακόμα και τώρα πολλοί άνθρωποι επιλέγουν την κοινωνική εργασία όχι για να γίνουν μάνατζερς πρόνοιας, είτε “εκλογικευτές υπηρεσιών”, είτε “διανομείς κοινοτικής καταστολής”, αλλά για να συνεισφέρουν θετικά στις ζωές των φτωχών και καταπιεσμένων ανθρώπων.

Εάν αυτή η διευρυνόμενη διάσταση μεταξύ υπόσχεσης και πραγματικότητας είναι που ενισχύει τον θυμό και την ματαιότητα ανάμεσα στους κοινωνικούς λειτουργούς, τότε η αναγνώριση πως η κοινωνική εργασία μπορεί να εξελιχθεί σε κάτι πολύ καλύτερο οδηγεί πολλούς απο εμάς να επιμείνουμε σε αυτή.

Σημειώνουμε πως η οργάνωση “People and the Planet” συμπεριλαμβάνει την κοινωνική εργασία ανάμεσα στη λίστα με τα επαγγέλματα που συνδέονται με μια “ηθική καριέρα”. Εάν αυτή η προοδευτική υπόσχεση γίνει αντιληπτή, έστω επί μέρους, τότε πρέπει να συνεργαστούμε και να οργανωθούμε γύρω απο ένα κοινό όραμα σχετικό με το πως η αυθεντικά αντι-καταπιεστική κοινωνική εργασία πρέπει να είναι.

Αυτό το Μανιφέστο αποτελεί μια μικρή συνεισφορά στη διαδικασία συγκρότησης και οργάνωσης αυτού του οράματος.


Συγγραφείς:
Chris Jones, Ian Ferguson, Michael Lavalette, Laura Penketh
Επιμέλεια στα ελληνικά: Βασίλης Ιωακειμίδης

 
2008-2016 psi-action. Powered by Blogger Blogger Templates designed by Deluxe Templates. Premium Wordpress Themes | Premium Wordpress Themes | Free Icons | wordpress theme
Wordpress Themes. Blogger Templates by Blogger Templates and Blogger Templates